Επειτα από τέσσερα χρόνια εμπορικού πολέμου που είχε κηρύξει εναντίον της ο Ντόναλντ Τραμπ αλλά και με την προοπτική μιας νέας εκδοχής του με την κυβέρνηση Μπάιντεν, το Πεκίνο προσπαθεί να απεξαρτήσει πλήρως την κινεζική οικονομία από τις εισαγωγές αμερικανικής τεχνολογίας. Για αυτό σκοπεύει να διαθέσει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε δάνεια που θα διατεθούν στους κινεζικούς τεχνολογικούς κολοσσούς με στόχο την περαιτέρω ανάπτυξή τους σε όσους τομείς υστερεί ώς τώρα. Μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια θα αυξήσει τις δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη κατά 7% ετησίως, περισσότερο δηλαδή από το 6,8% που προτίθεται να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες. Τα απαιτούμενα κεφάλαια πρόκειται να προέλθουν από σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Το σχετικό σχέδιο ανακοίνωσε χθες η κινεζική ηγεσία στο πλαίσιο του νέου πενταετούς προγράμματος που φιλοδοξεί να αναδείξει τη χώρα σε πρώτη παγκόσμια υπερδύναμη στην καινοτομία.
Επιλέγει να ενισχύσει ειδικότερα τους τομείς στους οποίους εκτιμά ότι θα αντιμετωπίσουν προβλήματα οι κινεζικές εταιρείες από εμπάργκο και περιορισμούς που μπορεί να έχει θέσει είτε η Ουάσιγκτον είτε οποιαδήποτε άλλη χώρα. Κύριος τομέας που θέτει σε προτεραιότητα είναι των επεξεργαστών από τους οποίους εξαρτάται το μεγαλύτερο μέρος των βιομηχανιών της. Παρά τα δισ. δολάρια που έχει επενδύσει στον κλάδο, η εγχώρια παραγωγή της Κίνας σε επεξεργαστές δεν καλύπτει παρά μόνον το 15,9% της εγχώριας ζήτησης. Ως εκ τούτου η δεύτερη οικονομία στον κόσμο αναγκάζεται να εισάγει επεξεργαστές και καθίσταται ευάλωτη αφενός σε εμπορικές διενέξεις με την υπερδύναμη ή άλλους εμπορικούς της εταίρους και αφετέρου σε τυχόν προβλήματα της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας. Η προτεραιότητα που δόθηκε στο θέμα οφείλεται στην παγκόσμια έλλειψη επεξεργαστών που παρουσιάστηκε στη διάρκεια του περασμένου έτους και εξακολουθεί να πλήττει τις βιομηχανίες ανά τον κόσμο και είναι σε μεγάλο βαθμό απόρροια της πανδημίας.
Εχουν, άλλωστε, προηγηθεί τα προβλήματα που αντιμετώπισε η Κίνα όταν η κυβέρνηση Τραμπ επέβαλε εμπάργκο σε κινεζικές εταιρείες τεχνολογίας με σημαντικότερη όλων τον κινεζικό κολοσσό των τηλεπικοινωνιών, τη Huawei, την οποία κατηγόρησε ότι αποτελεί όχημα για να κατασκοπεύει η Κίνα τη Δύση. Εκτιμώντας πως η κυβέρνηση Μπάιντεν θα επιδιώξει να προβάλει εμπόδια στην τεχνολογική αναβάθμισή της, η κινεζική ηγεσία επισπεύδει το σχέδιό της για απεξάρτησή της από τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Μεταξύ άλλων, θέτει στόχο να αντιμετωπίσει όποιες παθογένειες του χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας εκτιμά ότι θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τη φιλοδοξία της να αναδειχθεί σε παγκόσμια υπερδύναμη σε κλάδους όπως τα έξυπνα κινητά και η βιομηχανία κινητήρων αεροσκαφών.
Δηλώσεις Κινέζων οικονομολόγων και παραγόντων της κινεζικής αγοράς προδίδουν την ανησυχία του Πεκίνου που εκτιμά ότι δεν μπορεί πλέον να βασίζεται στη Δύση για τον εξοπλισμό και τα εξαρτήματα που χρειάζονται οι βιομηχανίες της.
Μιλώντας από το βήμα του ετήσιου συνεδρίου του Λαϊκού Κογκρέσου, ο Ζανγκ Σιαοζίνγκ, οικονομολόγος και στέλεχος της Κινεζικής Ακαδημίας Κοινωνικών Επιστημών τόνισε πως «οι ΗΠΑ από τη στιγμή κατά την οποία ανέβηκαν στην κορυφή θέλουν να πετάξουν τη σκάλα για να μην ανεβεί κανένας άλλος». Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζιπίνγκ επανέλαβε, πάντως, την αποφασιστικότητα της χώρας του να φτάσει στην κορυφή και τόνισε ότι έχει ήδη χαράξει ανοδική πορεία και θα αναδειχθεί σε «κορυφαία δύναμη της τεχνολογίας». ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ New York times
0 Post a Comment:
إرسال تعليق