Της Aayushi Pratap
Ο John Leonard, CEO της Intellia Therapeutics, μόλις έχει βγει από μια πολύωρη σύσκεψη στα κεντρικά γραφεία της εταιρείας στο Κέιμπριτζ, σε απόσταση πέντε λεπτών χαλαρού τρεξίματος από την Πανεπιστημιούπολη του ΜΙΤ. Τεντώνει τα χέρια του, σταυρώνει τις παλάμες του και τις φέρνει πίσω από το κεφάλι του. Προς στιγμήν, ο 64χρονος είναι χαλαρός. Αμέσως, όμως, ξαναζωντανεύει όταν αρχίζει να εξηγεί το πώς μπορεί η επιστήμη να επεξεργαστεί το DNA χρησιμοποιώντας μαρκαδόρους, ένα πανάκι και ό,τι άλλο βρίσκει μπροστά του που μπορεί να τον βοηθήσει να αναδείξει το θέμα του. "Ενίοτε έχω χρησιμοποιήσει και τα κολιέ της γυναίκας μου", λέει.
Ο Leonard προτείνει να φανταστούμε το ανθρώπινο DNA σαν ένα κολιέ από 3 δισεκατομμύρια χάντρες και τέσσερα διαφορετικά χρώματα. "Η πρόκληση είναι πώς θα βρεις 20 χάντρες αποκλείοντας όλες τις άλλες", προσθέτει. Οι χάντρες στις οποίες αναφέρεται είναι τα γονίδια, που δίνουν στα κύτταρα τις απαραίτητες οδηγίες για να λειτουργήσουν.
Πολλές εταιρείες χρησιμοποιούν το Crispr, μια επαναστατική μέθοδο ακριβούς επεξεργασίας του DNA, η οποία αποτέλεσε τη βάση για το βραβείο Νόμπελ Χημείας το 2020, για να αποκλείσουν -εργαστηριακά- τα γονίδια που προκαλούν ασθένειες και στη συνέχεια να εγχύσουν τα "επιδιορθωμένα" κύτταρα πίσω στους ασθενείς. Η Intellia το κάνει και αυτό.
Ωστόσο, μια άλλη πλατφόρμα γονιδιακής επεξεργασίας της Intellia έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον της Wall Street. Η εταιρεία -με κεφαλαιοποίηση ύψους $3,6 δισ.- έχει βρει τον τρόπο να χρησιμοποιεί το Crispr εκτός εργαστηρίου, εντός ζώντος ανθρώπινου οργανισμού. Η μέθοδός τους θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη νέων φαρμάκων για γενετικές ασθένειες που σήμερα αντιμετωπίζονται μερικώς από θεραπείες ή καθόλου.
"Η Intellia είναι η πρώτη εταιρεία που κάνει in vivo επεξεργασία γονιδιώματος συστηματικά. Κατά τη γνώμη μου, αυτός είναι ο πραγματικός παράγοντας που τη διαφοροποιεί", τονίζει ο Jack Allen, αναλυτής της Baird Equity Research.
Παρά την καινοτόμο τεχνολογία γονιδιακής επεξεργασίας, η εταιρεία αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα. Κατά το τελευταίο 12μηνο έχασε $277 εκατ. σε τζίρο $33 εκατ. Τα έσοδά της μειώνονται σε τριμηνιαία βάση από το 2020, ενώ οι ζημίες διογκώνονται. Η εταιρεία έχει αντλήσει συνολικά $1,8 δισ., μαζί με τα $115 εκατ. που άντλησε το 2016 οπότε και εισήχθη στο Χρηματιστήριο, και εξακολουθεί να διαθέτει $1 δισ. σε μετρητά. Με τους σημερινούς ρυθμούς, όμως, αυτά τα καύσιμα θα της φτάσουν για δύο χρόνια.
Η Intellia έχει ένα πολλά υποσχόμενο φάρμακο σε πρώιμο στάδιο κλινικών δοκιμών, αλλά περίπου το 90% των θεραπειών σε αυτό το στάδιο δεν φτάνουν στην αγορά. Παράλληλα, διεξάγεται και η μάχη της πατέντας για τη βασική της τεχνολογία.
Όλα αυτά ακούγονται αρκετά δυσοίωνα, με αποτέλεσμα η μετοχή της Intellia να έχει κατρακυλήσει κατά 62% λίγο πριν ολοκληρωθεί το α' εξάμηνο του έτους, όταν στην ίδια περίοδο ο Nasdaq έχει χάσει 23% και ο δείκτης βιοτεχνολογίας του Nasdaq 24%.
Εντούτοις, η Intellia έχει έναν άσο στο μανίκι: ο άνθρωπος που διευθύνει την εταιρεία γνωρίζει από αυτές τις προκλήσεις. Ο Leonard, με ιατρική εκπαίδευση, έχει ένα ιστορικό που ελάχιστοι στον κλάδο μπορούν να επιδείξουν.
Το 1992 ο Leonard εντάχθηκε στην Abbott: η έρευνα της ομάδας του έλαβε έγκριση από τον FDA για το φάρμακο κατά του HIV, Norvir/Kaletra, το οποίο βοήθησε στον περιορισμό της επιδημίας του AIDS τη δεκαετία του ’90. Το 2013 προσχώρησε στην Abbvie, στη βιοφαρμακευτική μονάδα που "αποσχίστηκε" από την Abbott και η οποία έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη του Humira – ένα φάρμακο με πωλήσεις ύψους $21 δισ. το 2021, που το φέρνουν στις πρώτες θέσεις παγκοσμίως.
"Δούλεψα πάνω στο Humira επί 13 χρόνια", λέει ο Leonard. "Έμαθα πολλά για έναν οργανισμό. Τι τον κάνει αποδοτικό. Τι τον κάνει μερικές φορές να μη λειτουργεί".
Η εμπειρία του από την "έξοδο" των blockbuster φαρμάκων από το εργαστήριο στην αγορά θα μπορούσε να "σπρώξει" προς την επιτυχία το φάρμακο NTLA-2001, το οποίο αναπτύσσει από κοινού η Intellia με τη Regeneron Pharmaceuticals. Πρόκειται για μια ενέσιμη θεραπεία γονιδιακής επεξεργασίας κατά της ATTR αμυλοείδωσης – μια σπάνια γενετική πάθηση του ήπατος που πλήττει 1 στους 100.000 Αμερικανούς και οδηγεί στον θάνατο περίπου 850 εξ αυτών ετησίως.
Το 2019 η αγορά για τη θεραπεία αυτής της νόσου ανερχόταν στα $585 εκατ. Σήμερα εκτιμάται πως έχει αυξηθεί ο αριθμός των ανθρώπων που πάσχουν από αυτήν την ασθένεια, αλλά υπάρχουν κενά στη διάγνωση. Οι ορθότερες διαγνώσεις θα μεγάλωναν την αγορά, αυξάνοντας την αξία της στα $14,1 δισ. μέσα σε 7 χρόνια, σύμφωνα με έκθεση της λονδρέζικης εταιρείας συμβούλων GlobalData.
Μέχρι στιγμής υπάρχουν τρία εγκεκριμένα από τον FDA φάρμακα που επιβραδύνουν την πρόοδο της νόσου, αλλά κανένα από αυτά δεν αποτελεί μόνιμη θεραπεία και οι ασθενείς συχνά χρειάζονται μεταμόσχευση ήπατος. Τον Φεβρουάριο η Intellia δημοσίευσε τα πρώτα δεδομένα από τις κλινικές δοκιμές της, τα οποία έδειξαν μια διαρκή, θετική επίδραση στους συμμετέχοντες, χωρίς ανησυχητικές παρενέργειες.
Παρά τα πολλά υποσχόμενα δεδομένα, ο δρόμος για την Intellia δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Η εταιρεία παραχωρεί άδεια χρήσης της τεχνολογίας Crispr για την εκτέλεση γονιδιακών επεξεργασιών in vivo από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, το Πανεπιστήμιο της Βιέννης και τον ερευνητή Emmanuel Charpentier (την ομάδα "CVC", όπως αποκαλείται). Η βιοχημικός Jennifer Doudna του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας, η οποία τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ από κοινού με τον Charpentier για την ανακάλυψη του συστήματος επεξεργασίας Crispr, είναι συνιδρύτρια της Intellia, αν και έχει περιορισμένες καθημερινές αρμοδιότητες.
Οι πατέντες της ομάδας CVC έχουν γίνει αντικείμενο νομικών προστριβών. Τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας που απέκτησε η ομάδα CVC συγκρούονται με αυτά που ανήκουν στο Broad Institute, το κέντρο ιατρικής έρευνας που ιδρύθηκε από τον εκλιπόντα δισεκατομμυριούχο Eli Broad και συνδέεται με το Χάρβαρντ και το ΜΙΤ. Το 2016 ξεκίνησε μια νομική μάχη, με διακύβευμα δεκάδες εκατομμύρια δολάρια σε δικαιώματα, σχετικά με το ποιος εφηύρε πρώτος το Crispr που χρησιμοποιείται σε ανθρώπινα και φυτικά κύτταρα. Σε περισσότερες από 80 χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, της Ιαπωνίας και των 27 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει εκδοθεί απόφαση που αποδίδει την πατέντα στην ομάδα CVC. Στις ΗΠΑ, όμως, μια πρόσφατη απόφαση του Patent Trial and Appeal Board (PTAB) τάχθηκε υπέρ του Broad Institute. Η ομάδα CVC έχει ασκήσει έφεση. "Ευτυχώς, η απόφαση αυτή δεν επηρεάζει καθόλου την ανάπτυξη του Crispr", λέει η Doudna. "Οι επενδυτές συνεχίζουν να βάζουν χρήματα στον κλάδο", προσθέτει.
Βέβαια, ακόμα και αν η Intellia χάσει στο δικαστήριο, θα μπορέσει να πάρει άδεια για την τεχνολογία. "Όποιος δεν έχει άδεια χρήσης από το Broad Institute και διεξάγει εργασίες με [το Crispr], μάλλον θα πρέπει να την αποκτήσει κάποια στιγμή. Φαντάζομαι ότι αυτό ισχύει και για την Intellia", εξηγεί ο Jacob Sherkow, καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις.
Ο Leonard βλέπει το μέλλον πέρα από τη μάχη για την πνευματική ιδιοκτησία. Εστιάζει στην ανάπτυξη της εταιρείας ώστε να συμπεριλάβει θεραπείες και για άλλες ασθένειες, όπως το κληρονομικό αγγειοοίδημα, η αιμορροφιλία, ο καρκίνος του αίματος και των ωοθηκών.
Πρώτα, όμως, ο Leonard θα πρέπει να βάλει τάξη στο χάος με τις πατέντες και να συγκεντρώσει περισσότερα χρήματα. Οι προοπτικές που ανοίγονται χάρη στις τεχνολογίες της Intellia τον κάνουν να αισιοδοξεί. "Νομίζω πως, όταν ο κόσμος καλείται να αποφασίσει πού θα τοποθετήσει τα μετρητά του ώστε να αποδώσουν, εξετάζει πόσο εφικτό είναι τα αποτελέσματα των προγραμμάτων [ανάπτυξης φαρμάκων] να φτάσουν στην αγορά. Εμείς ανήκουμε σίγουρα σε αυτή την κατηγορία εταιρειών", λέει ο Leonard. "Πιστεύουμε ότι η εταιρεία είναι σε καλό δρόμο για να συνεχίσει να χρηματοδοτείται, καθώς προχωράμε μπροστά".
Ο Leonard είναι ακόμα πιο αισιόδοξος για το μέλλον των φαρμάκων με βάση το Crispr, τα οποία έχουν τη δυνατότητα να στείλουν στο "χρονοντούλαπο" της ιστορίας της ιατρικής μια σειρά από θανατηφόρες ασθένειες. "Τα επόμενα χρόνια δεν θα μας περιορίζει η τεχνολογία, αλλά η φαντασία", επισημαίνει.
0 Post a Comment:
إرسال تعليق