Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέδειξε μεταξύ άλλων τον αυξανόμενο ρόλο των μεγάλων εταιρειών υψηλής τεχνολογίας στις στρατιωτικές επιχειρήσεις -και συνολικά σε άμυνα και ασφάλεια- καθώς επίσης και την ολοένα και πιο επικίνδυνη σχέση αλληλεξάρτησής τους με τις κυβερνήσεις.
Τον περασμένο Οκτώβριο μια ξαφνική διακοπή λειτουργίας του Starlink -του συστήματος δορυφόρων της SPACE-X που παρέχει πρόσβαση στο Ιντερνετ σε πολίτες και στρατιωτικό προσωπικό- σχεδόν έθεσε σε κίνδυνο μια κρίσιμη στρατιωτική επιχείρηση στα ανατολικά της εμπόλεμης χώρας. Η διακοπή αυτή συνδέθηκε από πολλούς με χρωστούμενα 20 εκατ. δολαρίων της ουκρανικής κυβέρνησης προς την εταιρεία του Ελον Μασκ και ερμηνεύτηκε ως προσπάθεια άσκησης πίεσης προς το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας για να καλύψει την τρύπα.
Το γεγονός αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία αν αληθεύει η αποκάλυψη ότι προτού παρουσιάσει για ψηφοφορία στο Twitter το περιβόητο σχέδιό του για ειρήνευση στην Ουκρανία, ο Μασκ είχε μιλήσει με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Δεν είναι όμως μόνο ο επιχειρηματίας Μασκ και η εταιρεία του Starlink που διεκδικούν και διαδραματίζουν τελικά σημαντικό ρόλο στον πόλεμο της Ουκρανίας κερδίζοντας.
Τον περασμένο Ιούνιο η Amazon Web Services -η θυγατρική εταιρεία παροχής υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους (cloud) του ομώνυμου αμερικανικού κολοσσού ηλεκτρονικού εμπορίου- αποκάλυψε ότι στις 24 Φεβρουαρίου, την ημέρα δηλαδή που ξεκινούσε η εισβολή των Ρώσων, το τεχνικό προσωπικό της συναντήθηκε με εκπροσώπους της ουκρανικής κυβέρνησης προκειμένου να διαπραγματευτεί την εισαγωγή hardware στη χώρα για τη μεταφορά των βάσεων δεδομένων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα στην πλατφόρμα του υπολογιστικού νέφους της. Σχέδια για τη διασφάλιση της συνέχειας λειτουργίας των υποδομών και υπηρεσιών της ουκρανικής κυβέρνησης μέσα από το δικό της cloud ανακοίνωσε τον περασμένο Σεπτέμβριο και η Μicrosoft, κοστολογώντας το πακέτο των υπηρεσιών της στα 100 εκατ. δολάρια.
Τα εν λόγω συμβάντα αντικατοπτρίζουν τον ολοένα και πιο ενεργό ρόλο μιας χούφτας εταιρικών κολοσσών που κατέχουν παγκόσμιες ψηφιακές πλατφόρμες στις πολεμικές συγκρούσεις ανεξάρτητων κρατών. Αναδεικνύουν επίσης την αυξανόμενη εξάρτηση των κρατών και των στρατευμάτων τους από αυτές τις πλατφόρμες και το αντίστροφο. Οι κυβερνήσεις δύσκολα μπορούν πια να επιτύχουν αρκετούς από τους στόχους τους χωρίς τις τεράστιες βάσεις δεδομένων, την τεχνολογία και τις υποδομές που ελέγχουν με τις ψηφιακές πλατφόρμες τους κολοσσοί της υψηλής τεχνολογίας του ιδιωτικού τομέα όπως η Microsoft, η Αmazon, η Alphabet (Google) ή η Facebook.
Η παρακολούθηση του εχθρού, η χρήση των τηλεχειριζόμενων οπλών, οι κυβερνοεπιθέσεις ή η απόκρουση τους, καμία από αυτές τις δράσεις δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί από μια κυβέρνηση χωρίς την αρωγή αυτών των εταιρειών. Ελέγχοντας καίριες υποδομές, όπως το υπολογιστικό νέφος (cloud), οι πλατφόρμες αυτών των εταιρειών γίνονται «τα μάτια και τα αυτιά» των εθνικών κρατών τόσο στο εσωτερικό όσο και το εξωτερικό. Γίνονται ακόμη εταίροι και συνδιαμορφωτές των πολιτικών επέκτασης που ακολουθούν τα ισχυρά κράτη της υφηλίου.
Ταυτόχρονα οι πλατφόρμες εξαρτώνται από τη μεριά τους στενά από την υποστήριξη των κυβερνήσεών τους για να παρακάμψουν τα εμπόδια που ορθώνονται στην αναγκαία για την ευημερία τους επέκταση όπως οι κανονισμοί που περιορίζουν την πρόσβασή τους σε προσωπικά δεδομένα, οι επιθετικές ενέργειες αντιμονοπωλιακών ή φορολογικών αρχών, οι ξένες κυβερνήσεις που αντιτίθενται στις επενδύσεις τους, τα συνδικάτα που διεκδικούν υψηλοτέρους μισθούς και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Οι αμυντικές δαπάνες των κυβερνήσεων αντιπροσωπεύουν επίσης μια ολοένα και πιο σημαντική πηγή εσόδων γι' αυτές και κινητήρια δύναμη για την υλοποίηση των υψηλής αβεβαιότητας ερευνητικών και καινοτόμων εγχειρημάτων τους.
Αυτή η αμοιβαία εξάρτηση δεν ενδυναμώνει μόνο την ήδη τεράστια τεχνολογική και οικονομική ισχύ των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας, αλλά σταδιακά ευθυγραμμίζει τις στρατηγικές τους με τις πολιτικές των ισχυρών κυβερνήσεων. Η συνεχής αναζήτηση των νέων ευκαιριών συσσώρευσης, ελέγχου δεδομένων και της τεχνολογίας όπως και αλληλεξάρτησης των υποδομών συγκλίνει με τις πολιτικές επέκτασης των σφαιρών επιρροής και επιδίωξης γεωπολιτικής κυριαρχίας των ισχυρών κρατών.
Η μονοπωλιακή ισχύς της ψηφιακής πλατφόρμας ευθυγραμμίζεται με τις ιμπεριαλιστικές διαθέσεις των κυβερνήσεων. Και η ευθυγράμμιση αυτή ενισχύεται όλο πιο πολύ όσο οι πλατφόρμες μετατρέπονται σε παράγοντα- κλειδί για την επίτευξη των στρατιωτικών στόχων και της ασφάλειας. Οι τάσεις αυτές είναι απολυτα εμφανείς στον σημερινό ανταγωνισμό για οικονομική και γεωπολιτική κυριαρχία μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, που είναι ταυτόχρονα και οι πατρίδες των Amazon, Microsof από την μια πλευρά και Alibaba και Tencent από την άλλη.
Ωστόσο αυτή η αλληλεξάρτηση των συμφερόντων των εταιρειών με τις επιδιώξεις των κυβερνήσεων καθιστά ολοένα και πιο ασαφή τα όρια μεταξύ κράτους και αγοράς και επί της ουσίας θέτει σε αμφισβήτηση την ικανότητα του πρώτου να ρυθμίζει και να υποχρεώνει τη δεύτερη σε όφελος του συλλογικού συμφέροντος.
ΗΠΑ: είναι πολλά τα λεφτά
Ο αμερικανικός στρατός είναι γνωστός για την πρωτοπορία του στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών. Πιστώνεται μεταξύ άλλων τον προγονό του Ιντερνετ, APRANET, το GPS, τη δορυφορική εικόνα, τεχνολογίες που προκάλεσαν τεράστιες αλλαγές στη ζωή του μέσου ανθρώπου. Τα τελευταία 30 χρόνια οι μεγάλες εταιρείες υψηλής τεχνολογίας της Σίλικον Βάλεϊ τον ξεπέρασαν εκθρονίζοντάς τον από τον θώκο του. Προκειμένου να παραμείνει σε ισότιμη βάση με τους αντιπάλους του, το Πεντάγωνο δεν είχε άλλη λύση από το να διαμορφώσει τη δική του «ιδιαίτερη» σχέση με αυτές τις εταιρείες. Και για να διατηρήσει αυτή τη σχέση βάζει κάθε χρόνο το χέρι βαθιά στην τσέπη, καθώς λεφτά για όπλα και πόλεμο στις ΗΠΑ πάντα υπάρχουν.
Οι ετήσιες αμυντικές δαπάνες της υπερδύναμης αγγίζουν σήμερα τα 800 δισ. δολάρια, αντιστοιχώντας σχεδόν στο 40% όσων ξοδεύει το σύνολο της υφηλίου. Εγχειρήματα των τελευταίων δέκα ετών, όπως το Project Maven και η Joint Enterprise Defense Infrastructure (JEDI), απεικονίζουν τόσο την αυξημένη εστίαση του αμερικανικού στρατού στην τεχνητή νοημοσύνη (AI) για την ανάπτυξη νέας στρατιωτικής στρατηγικής με επίκεντρο τις αποφάσεις, όσο και τη συμβολή των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας σε αυτήν την προσπάθεια. Για να γίνει αυτό το χρήμα έρευσε άφθονο προς τις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας και ειδικά τις ψηφιακές πλατφόρμες.
Μεταξύ 2004 και 2021 μόνο το υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας (DHS) και το υπουργείο Αμυνας (DOD) των ΗΠΑ επένδυσαν περισσότερα από 44 δισ. δολάρια για υπηρεσίες της Google, της Amazon, του Facebook, της Microsoft και του Twitter. H συμμετοχή των τελευταίων στην ευρωπαϊκή πρωτοβουλία GAIA-X για το υπολογιστικό νέφος και η επιθυμία τους να αποτελέσουν κυβερνητικό εταίρο σε έργα άμυνας και ασφάλειας κερδίζοντας από αυτό δεν περιορίζεται μόνο στις ΗΠΑ.
GAIA-X: εγχείρημα απεξάρτησης ή μεγαλύτερης εξάρτησης;
Η Απότομη κλιμάκωση της βίας στην Ουκρανία μετά την περσινή εισβολή της Ρωσίας λειτούργησε ως καταλύτης στις θέσεις που είχε επί χρόνια η πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών για τις στρατιωτικές δαπάνες. Η αναβάθμισή τους θεωρείται σχεδόν σίγουρο ότι θα επεκταθεί και στην καινοτομία τεχνητής νοημοσύνης όπου οι μεγάλες εταιρείες υψηλής τεχνολογίας των ΗΠΑ έχουν σήμερα την πρωτοκαθεδρία και διεκδικούν ήδη το δικό τους μερίδιο μέσω της εισβολής τους στο GAIA-X. Το εν λόγω εγχείρημα ξεκίνησε το 2019 με στόχο την ανάπτυξη μιας ευρωπαϊκής εναλλακτικής λύσης ανοιχτού κώδικα στις τεχνολογίες υπολογιστικού νέφους των κορυφαίων αμερικανικών και ασιατικών εταιρειών.
Στο εγχείρημα, που αποτελεί κυρίως γαλλογερμανική προσπάθεια, συμμετείχαν αρχικά 22 εταίροι από τον τομέα της τεχνολογίας, της οικονομίας και της επιστήμης. Παρότι οι στρατιωτικές εφαρμογές δεν αναφέρθηκαν ως βασικός στόχος του, ο πάροχος πληροφορικής της γερμανικής Bundeswehr, BWI, είχε περιγράψει το GAIA-X ως ικανό πόρο για τις ένοπλες δυνάμεις προκειμένου αυτές να διατηρήσουν «τις απαραίτητες επιλογές ελέγχου και δράσης στον κυβερνοχώρο και στον χώρο πληροφοριών». Από την έναρξή του ο αριθμός των συμμετεχόντων στην πρωτοβουλία εκτοξεύτηκε πολύ γρήγορα σε πάνω από 300, μεταξύ αυτών και κινεζικοί κολοσσοί υψηλής τεχνολογίας όπως η Huawei και η Αlibber καθώς και όλες οι μεγάλες εταιρείες υψηλής τεχνολογίας της αμερικανικής Σίλικον Βάλεϊ.
Η συμμετοχή των τελευταίων αναιρεί όμως τον βασικό στόχο του GAIA-X για απεξάρτηση από τις πλατφόρμες τους και την τεχνολογία τους και τη δημιουργία πιο ανεξάρτητων και ασφαλών ψηφιακών υποδομών στην Ευρώπη. Ακόμη μεγαλύτερες ανησυχίες προκαλεί η συμμετοχή στο GAIA-X της περιβόητης εταιρείας ενοποίησης μεγάλων δεδομένων -και εργολάβου της αμερικανικής CIA- Palantir.
Η Palantir έχει δημιουργήσει τη φήμη ότι αναπτύσσει εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης για να βοηθήσει τόσο τις αυταρχικές όσο και τις φιλελεύθερες δημοκρατικές κυβερνήσεις στην παρακολούθηση των πολιτών και των συνόρων τους. Η μυστικοπαθής λειτουργία της έρχεται σε αντίθεση με βασικές ευρωπαϊκές αξίες όπως ο σεβασμός της ιδιωτικότητας, οι πολιτικές ελευθερίες και η κυβερνητική διαφάνεια.
Οι «περιστρεφόμενες πόρτες» πολέμου και αντιτρομοκρατίας
ΤΟ ΔΙΠΛΑΝΟ ΓΡΑΦΗΜΑ συμπυκνώνει τη διαπλοκή προσώπων, επιχειρήσεων Big Tech και κρατικών υπηρεσιών των ΗΠΑ που αναπτύχθηκε στη διάρκεια του εικοσαετούς και πλέον επονομαζόμενου «πολέμου κατά της τρομοκρατίας».
Μόλις έξι κολοσσοί του διαδικτύου που ενίοτε αποκαλούνται GAFAM από τα αρχικά των επωνυμιών τους, άνοιξαν μια τεράστια περιστρεφόμενη πόρτα από την οποία εκατοντάδες πρώην κυβερνητικοί υπάλληλοι στις υπηρεσίες άμυνας, ασφάλειας και παρακολούθησης μετακόμισαν στον ιδιωτικό τομέα και έχτισαν καριέρες πάνω στην «αντιτρομοκρατία».
Στο πλαίσιο της έρευνας Big Tech Sells War (=Η Μεγάλη Τεχνολογία Πουλάει Πόλεμο), το δίκτυο LittleSis εντόπισε 13 στελέχη των ψηφιακών κολοσσών και παρακολούθησε την παλίνδρομη πορεία τους, μέσω πάντα της περιστρεφόμενης πόρτας, από τις Google, Amazon, Microsoft, Facebook, YouTube, αλλά και το GIFCT, ένα παγκόσμιο «αντιτρομοκρατικό» λόμπι που δημιούργησαν οι ίδιες εταιρείες, στους πιο νευραλγικούς κρατικούς αρμούς της ασφάλειας και του πολέμου στις ΗΠΑ: υπουργεία Αμυνας, Ασφάλειας, Δημόσιας Τάξης, Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας (NCA), φυσικά η CIA και το FBI και τελικά ο ίδιος ο Λευκός Οίκος, είναι οι δεξαμενές «παραγωγής» και υποδοχής χρήσιμων στελεχών που εκτός από την τεχνογνωσία τους παρέχουν στους ιδιωτικούς κολοσσούς κρίσιμες πληροφορίες που διευκολύνουν το κλείσιμο προμηθειών και συμβάσεων.
Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτή η μακρόχρονη συνεργασία στο όνομα του «διεθνούς αντιτρομοκρατικού πολέμου» απέδωσε τεχνολογίες παρακολούθησης και επιτήρησης ιδιαίτερα εις βάρος των μη λευκών Αμερικανών πολιτών.
Βεβαίως, η «συνύπαρξη» των GAFAM στις συμβάσεις άμυνας και ασφάλειας κάθε άλλο παρά ειρηνική είναι. Είναι χαρακτηριστική η δικαστική διαμάχη της Amazon με την Oracle και τη Microsoft. Η Amazon κέρδισε μια σύμβαση ύψους 10 δισ. δολαρίων, αλλά οι ανταγωνιστές της προσέφυγαν δικαστικά, επικαλούμενοι την προηγούμενη σχέση του στελέχους της Amazon Deap Ubhi με το Πεντάγωνο.
Παρότι η σχετική έρευνα υποτίθεται ότι δεν είδε πρόβλημα σε αυτή την «περιστρεφόμενη πόρτα», το Πεντάγωνο τελικά ακύρωσε το σχετικό πρότζεκτ και προχώρησε σε ένα νέο υπολογιστικό νέφος για χρήση στο στρατιωτικό πεδίο, ίδιας αξίας (10 δισ. δολάρια), αλλά μοιρασμένο… δίκαια σε όλα τα καλά παιδιά: Google, Amazon, Microsoft και Oracle.
Τεχνολογία από τη στρατόσφαιρα
Ο Ελον Μασκ δεν χρειάζεται συστάσεις, είναι έτσι κι αλλιώς –δηλαδή και πριν από την επεισοδιακή εξαγορά του Twitter– μία από τις πιο γνωστές και αμφιλεγόμενες διασημότητες του καιρού μας. Λιγότερο γνωστή είναι η καθοριστική εμπλοκή του αφεντικού της Tesla στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο· εμπλοκή που φτάνει ώς τη στρατόσφαιρα!
Οπως σε κάθε μοντέρνο πόλεμο, ένας από τους πρώτους στόχους των Ρώσων εισβολέων ήταν οι στρατιωτικές επικοινωνίες των Ουκρανών, τις οποίες πράγματι κατάφεραν να εξουδετερώσουν σε μεγάλο βαθμό, δημιουργώντας τεράστια σύγχυση και συμβάλλοντας στην εύκολη κατάκτηση πόλεων όπως η Μελιτόπολη, το Μπερντιάνσκ και η Χερσώνα.
Ομως οι Ρώσοι λογάριαζαν χωρίς τον Μασκ, που λειτούργησε σαν αρχιδιαβιβαστής του Πενταγώνου και του Ζελένσκι: ήδη από τον Μάρτιο οι ρωσόφωνοι πολεμιστές του Ντονμπάς άρχισαν να αναφέρουν την ύπαρξη περίεργων τετράγωνων αντικειμένων στην κατοχή των Ουκρανών υπερασπιστών της Μαριούπολης. Ηταν οι χαρακτηριστικές κεραίες-πιάτα του ιδιωτικού συστήματος παροχής δορυφορικού Ιντερνετ Starlink της εταιρείας Space X –ένα δίκτυο που αποτελείται από 3.335 μικροσκοπικούς δορυφόρους. Μασκ και Πεντάγωνο είχαν σπεύσει να εφοδιάσουν το Κίεβο με χιλιάδες τέτοιες συσκευές, δημιουργώντας ένα νέο, απρόσβλητο σύστημα επικοινωνίας.
Πώς λειτουργεί; Το Starlink δεν επιτρέπει απλά την (κωδικοποιημένη) ενδοεπικοινωνία μεταξύ των διαφόρων μονάδων και του επιτελείου, αλλά συμβάλλει καθοριστικά στον πόλεμο μεταφέροντας σε πραγματικό χρόνο πληροφορίες για ρωσικες κινήσεις και στόχους τόσο από αμερικανικούς κατασκοπευτικούς δορυφόρους όσο και από ιπτάμενα ραντάρ και drones μεγάλης ακτίνας δράσης του NATO – που, για να μην ξεχνιόμαστε, απογειώνονται και «πιλοτάρονται» από αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα.
Με άλλα λόγια, το Starlink –και φυσικά ολόκληρη η γιγαντιαία επίγεια υποδομή, υπολογιστική και άλλη, που το υποστηρίζει– δεν είναι μόνο τα «αυτιά» αλλά και τα «μάτια» του ουκρανικού στρατού. Ακόμη, το σύστημα είναι φορητό –δεν επηρεάζεται από τα συνεχή μπλακ άουτ που προκαλούν οι ρωσικοί βομβαρδισμοί, καθώς μπορεί να λειτουργήσει ακόμη και με ένα power-bank και ένα «έξυπνο» κινητό. Το μόνο που έχουν να κάνουν οι διοικητές είναι να διατάξουν «πυρ»...
Και οι Ρώσοι βέβαια δεν έμειναν άπραγοι – έχουν ήδη αναπτύξει συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου ικανά να εντοπίσουν, να μπλοκάρουν ή ακόμη και να πλαστογραφήσουν τα δορυφορικά σήματα, τουλάχιστον σε τοπικό επίπεδο. Για παράδειγμα, Ουκρανοί μαχητές που συμμετέχουν στην τρομερή μάχη του Σολεντάρ διαμαρτυρήθηκαν προχθές στο CNN ότι οι διοικητές τους «τους έχουν εγκαταλείψει» και ότι «δεν μπορούν πια να επικοινωνήσουν» με τις γειτονικές τους μονάδες – δείγμα επιτυχούς ηλεκτρονικού jamming των τερματικών του Starlink.
Υπάρχουν και πιο δραστικές λύσεις: Ρώσοι αξιωματούχοι, όπως ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, έχουν απειλήσει επανειλημμένα τον Μασκ ότι θα καταστρέψουν τους δορυφόρους με πυραύλους ή ακόμη και με νέα, πειραματικά ενεργειακά όπλα· όμως κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στην εέαρξη του «Πολέμου των Αστρων»...
Οσο για τον Μασκ, παραλίγο να τα τινάξει όλα στον αέρα τον περασμένο Οκτώβριο, όταν απείλησε πως θα... βγάλει το ουκρανικό Starlink από την πρίζα, αν το Πεντάγωνο δεν του πλήρωνε ένα μέρος από τα τεράστια έξοδα. Μάλιστα ο Μασκ εμφάνισε τότε και μια μικρή, παροδική όπως αποδείχτηκε, κρίση συνείδησης, αφού έγραψε στο Twitter ότι ο πόλεμος παρατράβηξε και ότι το Κίεβο θα πρέπει να παραχωρήσει τα χαμένα εδάφη στη Ρωσία με αντάλλαγμα την ειρήνη. Ακολούθησε... πόλεμος: από ήρωας, ο Μασκ έγινε μέσα σε λίγες ώρες τέρας, καθώς σύσσωμη η ουκρανική κυβέρνηση αλλά και πολλά φιλοουκρανικά δυτικά ΜΜΕ άρχισαν να τον βρίζουν ως πράκτορα του Πούτιν! Με αποτέλεσμα βέβαια ο δισεκατομμυριούχος να καταπιεί τη γλώσσα του και να συνεχίσει να πληρώνει έκτοτε από την τσέπη του τις υπερσύγχρονες ουκρανικές διαβιβάσεις...Από το efsyn.gr
0 Post a Comment:
إرسال تعليق