Η δημιουργία κέντρου θεραπείας πρωτονίων για την αντιμετώπιση του καρκίνου θα κόστιζε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ και είναι πιθανό να αποδεικνυόταν οικονομικά μη βιώσιμη, αναφέρει ο αναπληρωτής υπουργός Έρευνας και Καινοτομίας Κώστας Φωτάκης.
Ο κ. Φωτάκης ουσιαστικά απαντά σε δημοσιεύματα που θέλουν την Ελλάδα να αφήνει αναξιοποίητη την ευκαιρία για τη δημιουργία κέντρου πρωτονικής θεραπείας με την τεχνολογία του CERN. Ο αναπληρωτής υπουργός δημοσιοποίησε ενημερωτικό σημείωμα από το οποίο προκύπτει πως «το υψηλό κόστος της επένδυση σε συνδυασμό με το πειραματικό ακόμη στάδιο της αποτελεσματικότητας και της περιορισμένης ευρύτητας εφαρμογών της συγκεκριμένης μεθόδου, καθιστά την ανάπτυξη ενός κέντρου θεραπείας στην Ελλάδα, εγχείρημα ανώριμο στην παρούσα φάση».
«Το θέμα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο καθώς αφορά την έρευνα και την εφαρμογή νέων τεχνολογιών στην Υγεία, τομέα υψηλής προτεραιότητας για το υπουργείο που έμπρακτα προωθεί την ανάληψη σχετικών πρωτοβουλιών, όπως η Εμβληματική Δράση για τη δημιουργία Εθνικού Δικτύου Ιατρικής Ακριβείας με έμφαση στην Ογκολογία.
»Τέλος, θα ήθελα να επισημάνω ότι τέτοιου είδους πιέσεις για τη διαμόρφωση επιστημονικών επιλογών, μέσω της δημιουργίας θορύβου στον Τύπο, είναι όχι μόνο αντιδεοντολογικές και αντιεπιστημονικές, αλλά συχνά υποκρύπτουν τακτικισμούς εξυπηρέτησης προσωπικών φιλοδοξιών που υποκινούνται από ιδιοτελή κίνητρα» λέει ο αναπληρωτής υπουργός.
Τι είναι η πρωτονική θεραπεία
Πρόκειται για μια μέθοδο εστιασμένου βομβαρδισμού των καρκινικών όγκων με πρωτόνια αντί με ακτίνες Χ στη συνηθισμένη ακτινοθεραπεία.
Έχει ως πιθανό πλεονέκτημα τη μεγάλη ακρίβεια, κάτι που περιορίζει τις βλάβες σε υγιείς ιστούς, παραμένει όμως εν πολλοίς πειραματική και εφαρμόζεται μόνο σε 60 κέντρα σε όλο τον κόσμο.
Όπως εξηγεί στο ενημερωτικό σημείωμά του το υπουργείο Παιδείας και Έρευνας, «για την εφαρμογή της θεραπείας με πρωτόνια απαιτείται ένας ογκώδης και ακριβός επιταχυντής σωματιδίων (γραμμικός ή κύκλοτρο) και εγκαταστάσεις που καταλαμβάνουν εκατοντάδες τετραγωνικά μέτρα (για 2-3 αίθουσες θεραπείας) με κόστος κατασκευής επιταχυντή που ξεπερνά τα 100 εκατομμύρια ευρώ και υψηλά λειτουργικά έξοδα (περίπου 1 εκατομμύριο ευρώ/έτος».
«Κατά τα τελευταία χρόνια έχουν υπάρξει επιταχυντές πρωτονίων μικρότερου μεγέθους ως προϊόντα από εταιρείες του CERN και του FERMI lab, η αποτελεσματικότητα των οποίων αποτελεί σήμερα αντικείμενο συστηματικής έρευνας».
«Απαιτείται η ύπαρξη μιας κρίσιμης μάζας ασθενών – περίπου 2000 ετησίως - για την επιβίωση ενός κέντρου ακτινοθεραπείας πρωτονίων (παράδειγμα, η φετινή πτώχευση ενός τέτοιου κέντρου, μετά από τρία χρόνια λειτουργίας, λόγω του υψηλού λειτουργικού κόστους – πάνω από 120.000 δολαρίων μηνιαίως - στο Σαν Ντιέγκο των ΗΠΑ - Scripps Proton Therapy Center)».
«Σε επόμενο στάδιο, θα ήταν δυνατόν να εξετασθεί η ένταξη της πρωτονικής θεραπείας στο δημόσιο σύστημα υγείας, αλλά με στέρεες βάσεις εν όψει των επερχόμενων τεχνολογικών εξελίξεων που θα μειώσουν σημαντικά τα κόστη κατασκευής και λειτουργίας, εφόσον αναπτυχθεί σχετική τεχνολογία και διευρυνθεί το εύρος των θεραπευτικών εφαρμογών της τεχνικής σε μεγαλύτερο αριθμό ασθενών» καταλήγει το ενημερωτικό σημείωμα.
Διαψεύδει η ΓΓΕΤ
Από την πλευρά της η Γενική Γραμματεία Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) σημειώνει ότι «η Ελλάδα δεν έχει απορρίψει πρόταση του CERN για τη δημιουργία Κέντρου Πρωτονικής Θεραπείας για καρκινοπαθείς στην Ελλάδα, ούτε υπάρχει κάποια σχετική μελέτη από ΑΕΙ ή ερευνητικά κέντρα της χώρας μας για τη δημιουργία μιας τέτοιας εγκατάστασης στη χώρα μας».
Η ΓΓΕΤ διευκρινίζει ότι η συζήτηση αφορά στη δημιουργία ενός επιταχυντή και υποδομών για τη χρήση δέσμης πρωτονίων και άλλων θετικώς φορτισμένων σωματιδίων στα Δυτικά Βαλκάνια, με σκοπό τη θεραπεία καρκινικών όγκων και με βάση τεχνογνωσία του CERN στους επιταχυντές.
Η πρωτοβουλία, που ξεκίνησε πέρυσι από την κυβέρνηση του Μαυροβουνίου, περιλαμβάνει την ίδρυση Διεθνούς Ινστιτούτου Νοτιοανατολικής Ευρώπης για Βιώσιμες Τεχνολογίες ("South East European International Institute for Sustainable Technologies"-SEEIIST) με αυτό το αντικείμενο. Στην πρωτοβουλία του Μαυροβουνίου συμμετέχουν Αλβανία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, ΠΓΔΜ, Σερβία και Σλοβενία.
Όπως επισημαίνει η ΓΓΕΤ «τη στιγμή αυτή, υπάρχει ως δεδομένο μόνο δήλωση προθέσεων εκ μέρους των ανωτέρω χωρών, ενώ δεν υπάρχουν ακόμη συγκεκριμένα στοιχεία για την προτεινόμενη νομική μορφή, την έδρα, τη χρηματοδότηση ή τη διαδικασία σύστασης του εν λόγω ινστιτούτου. Επίσης, δεν υπάρχουν ούτε οι αναγκαίες μελέτες σκοπιμότητας και βιωσιμότητας, με δεδομένο το υψηλό κόστος μιας τέτοιας εγκατάστασης και της μετέπειτα λειτουργίας. Η συνολική επένδυση εκτιμάται στα 140-170 εκατ. ευρώ».
Η ΓΓΕΤ υπογραμμίζει ότι το εγχείρημα ευρίσκεται ακόμα σε προπαρασκευαστικό στάδιο, κατά το οποίο γίνονται ενέργειες κυρίως εκ μέρους του Μαυροβουνίου και της Βουλγαρίας, καθώς και συναντήσεις εμπειρογνωμόνων, στις οποίες μετέχει και το CERN. Επίσης, γίνονται ενέργειες για την εξεύρεση πόρων από την ΕΕ, ενδεχομένως μέσω ερευνητικών κονδυλίων από τα ευρωπαϊκά διαρθρωτικά ταμεία που είναι διαθέσιμα για τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων, αλλά μέχρι στιγμής δεν υπάρχει καμία διασφάλιση των απαιτούμενων πόρων.
0 Post a Comment:
Δημοσίευση σχολίου