Λίγο πιο κοντά στην «ώρα μηδέν» της γέννησης του σύμπαντος στοχεύει το CERN, το οποίο σχεδιάζει την ανάπτυξη δύο επιταχυντών νέας γενιάς, που θα λειτουργούν με υψηλότερες ενέργειες από τον γνωστό «Μεγάλο Επιταχυντή Ανδρονίων» (LHC), που το 2012 ανακάλυψε το σωματίδιο Higgs.
Με τον τρόπο αυτό, οι επιστήμονες θα αναζητήσουν το άγνωστο, ελπίζοντας, αρχικά, να μάθουν περισσότερα για τη σκοτεινή ύλη και τη σκοτεινή ενέργεια που καλύπτει το 95% του σύμπαντος.
Την ίδια στιγμή, η ήδη δοκιμασμένη τεχνολογία που χρησιμοποιεί το CERN, εφαρμόζεται σε περίπου 30.000 «μικρότερους» επιταχυντές που έχουν αναπτυχθεί σε όλο τον κόσμο και φέρνουν νέα δεδομένα στην ιατρική φυσική, κυρίως για την αντιμετώπιση ασθενειών όπως ο καρκίνος, και στη βιομηχανία, για την ανάπτυξη ηλεκτρονικών συστημάτων.
Το CERN -το μεγαλύτερο σε έκταση κέντρο πυρηνικών ερευνών, και συγκεκριμένα στη σωματιδιακή φυσική (Γενεύη)- έχει ξεκινήσει ήδη τον σχεδιασμό των δύο νέων επιταχυντών, ωστόσο, η κατασκευή και λειτουργία τους δεν φαίνεται να προσδιορίζεται στο άμεσο μέλλον, αφού ακόμη δεν υπάρχει η τεχνολογία για κάτι τέτοιο.
Πρόκειται για τον «Κυκλικό Επιταχυντή του μέλλοντος» (Future Circular Collider), που θα έχει περιφέρεια 100 χιλιομέτρων, και σε αυτόν θα γίνονται συγκρούσεις πρωτονίων με πρωτόνια, ηλεκτρονίων με ποζιτρόνια ή πρωτόνια.
«Ακόμη δεν υπάρχει η τεχνολογία για να κατασκευαστεί κάτι τέτοιο. Θα χρειαστούμε, όπως έγινε και για το LHC, περίπου 20 χρόνια για να έχουμε την τεχνολογία που απαιτείται, ειδικά στους μαγνήτες, που κρατούν σε κυκλική τροχιά τα υψηλής ενέργειας σωματίδια», εξηγεί ο Φυσικός Υψηλών Ενεργειών στο CERN και στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και υπεύθυνος διεθνών σχέσεων στο CERN, καθηγητής Εμμανουήλ Τσεσμελής, ο οποίος συμμετείχε στο 17ο Πανελλήνιο Συνέδριο Φυσικής, που διοργανώνει στη Θεσσαλονίκη η Ένωση Ελλήνων Φυσικών.
0 Post a Comment:
Δημοσίευση σχολίου