Ο Gabriel Beltran μετακόμισε από την Ουρουγουάη στο Μαϊάμι, πριν από πέντε χρόνια, με το όνειρο να διαπρέψει σαν drummer. Πέντε χρόνια πριν, δυσκολευόταν να πληρώσει το νοίκι του και ζούσε με το φοιτητικό δάνειο της κοπέλας του. Στη συνέχεια όμως, η ζωή του έμελλε να αλλάξει. Έκανε πάνω από 20 εκατομμύρια δολάρια, μέσω μιας λιγότερο γνωστής τεχνικής λιανικής πώλησης, το dropshipping. Και στα δωμάτια τους, ανά τον κόσμο, κάποιοι άλλοι, πλουτίζουν με παρόμοιο τρόπο. Οι πωλητές δεν βλέπουν ποτέ τα προϊόντα τους και τυπικά μένουν εντελώς ανώνυμοι. Αλλά το marketing τους φθάνει σε εκατομμύρια κόσμο παγκοσμίως.
Η διαδικασία είναι απλή. Ο dropshipper πηγαίνει σε ένα διαδικτυακό κινεζικό marketplace και επιλέγει κάποιο φθηνό προϊόν. Δημιουργεί ένα site και βάζει το προϊόν προς πώληση, σε τιμή, που περιλαμβάνει και τη δική του ταρίφα. Ο dropshipper χρησιμοποιεί τα social media για προώθηση, πληρώνοντας μάλιστα και τους influencers. Όταν λάβει μια παραγγελία, ο πωλητής παίρνει τα χρήματα και μόνο τότε αγοράζει το προϊόν. Στη συνέχεια, το προϊόν γίνεται shipped απευθείας στον χρήστη από Κίνα. Στη πράξη, δρα δηλαδή σαν μεσάζοντας. Και φυσικά, κάτι τέτοιο είναι νόμιμο. Αλλά η ανωνυμία, οδηγεί και στο abuse. Η πώληση μη γνήσιων προϊόντων, ή προϊόντων μαϊμού είναι συχνή, ενώ πολλοί χρήστες δεν λαμβάνουν και τις παραγγελίες τους κάποιες φορές. Ο Gabriel ξεκίνησε πουλώντας fake NFL αγαθά και μέσα σε ένα μήνα έβγαλε περίπου 50.000 δολάρια.
Η διαδικασία του Dropshipping δεν είναι ακριβώς καινούργια, αλλά η άνοδος των social media ευνοεί την ύπαρξη ενός εδάφους φιλικό για αυτούς. Συχνά, πληρώνουν influencers για την προώθηση των προϊόντων αυτών. Οι influencers δεν νοιάζονται για την ποιότητα αυτού που διαφημίζουν, αλλά μόνο να αυξήσουν τον τραπεζικό τους λογαριασμό. Οποιοσδήποτε μπορεί να προμηθευτεί τέτοια προϊόντα online, να τα πουλήσει μέσω ιστοσελίδας που θα φτιάξει και στη συνέχεια να εξαφανιστεί.
0 Post a Comment:
Δημοσίευση σχολίου